Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ Μ.Κ.Ο



Κατά την επίσκεψή του τον Φεβρουάριο  στην Κύπρο ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας σε συνάντησή του με εκπροσώπους ελληνοκυπριακών και τουρκοκυπριακών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων είχε δηλώσει ότι στηρίζεται  πάνω τους  και στις προσπάθειές τους  προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος που είναι η επανένωση του κυπριακού λαού. Σε άλλες δηλώσεις του, στα μέσα Μαρτίου, για τα  γεγονότα στην Ειδομένη, όπου εκατοντάδες πρόσφυγες επιχείρησαν επικίνδυνη μετάβαση μέσα από λάσπες και φουσκωμένα ποτάμια  προς το έδαφος των Σκοπίων, τα  χαρακτήρισε απαράδεκτα, καθώς εκατοντάδες πρόσφυγες έπεσαν θύματα παραπληροφόρησης και ενθαρρύνθηκαν από αγνώστους και  από παράγοντες που φέρουν τον τίτλο του εθελοντή ή έχουν τον μανδύα των ΜΚΟ για να επιχειρήσουν αυτό το  επικίνδυνο πέρασμα προς τα Σκόπια.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αρχές Μαρτίου, πρότεινε ένα νέο μέσο βοήθειας έκτακτης ανάγκης για τις χώρες της ΕΕ που επωμίζονται το προσφυγικό βάρος συνολικού ποσού 700 εκατ. ευρώ, τη διετία 2016-2018, που θα παρέχεται σε στενή συνεργασία με τα κράτη-μέλη και οργανισμούς, όπως οργανώσεις του ΟΗΕ, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και διεθνείς οργανισμούς.
Την έντονη αντίθεσή της στην παρουσία Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ) στα κέντρα φιλοξενίας προσφύγων, εκφράζει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία .
               Ειδήσεις που καταγράφουν συμπεριφορές και γνώμες σχετικές με τις Μη Κυβερνητικές οργανώσεις. Αυτές τις  Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις –νομικά συγκροτημένες οργανώσεις  που διαφημίζονται πως δρουν έξω από τα κρατικά κανάλια με στόχους ευρύτερα κοινωνικούς εφαπτόμενους όμως της πολιτικής- που υποκαθιστούν σε πολλές δραστηριότητες το κράτος  ή ανοίγουν δρόμους για άσκηση συγκεκριμένης πολιτικής. Τονίζεται μάλιστα  ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας τους, η στήριξή τους στην ιδιωτική πρωτοβουλία και η ανεξαρτησία τους από το κράτος κι ας χρηματοδοτούνται και από κυβερνήσεις. Αρκεί  που αποκλείουν εκπροσώπους κυβερνήσεων από την ένταξή τους στην οργάνωση.
               Έχοντας παραιτηθεί από το όραμα ενός καλύτερου μέλλοντος και μιας ιδανικής κοινωνίας εναποθέτουμε ελπίδες σε ιδιωτικού τύπου πρωτοβουλίες που στοχεύουν να επιτύχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα και  τέτοιες πρωτοβουλίες θεωρούνται οι ΜΚΟ. Στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ιδιωτικοί φιλανθρωπικοί οργανισμοί, επιδοτούμενοι από κυβερνητικά ή άλλα αδήλου προελεύσεως κονδύλια,  που διαφημίζουν ότι παλεύουν ενάντια στην αθλιότητα του κόσμου, υποκαθιστώντας τοπικά και χρονικά το κράτος.  Η δημιουργία τους δεν δείχνει παρά μια βαθειά δυσπιστία απέναντι στα κρατικά όργανα, μόνο βέβαια όσον αφορά στις κοινωνικές παροχές, που όμως συνδυάζεται με μια βαθύτατη συμφωνία με την νομιμοποιητική αρχή που στηρίζει τις κρατικές δομές.
 Όπου εμφανίζονται προβλήματα που μπορεί να οδηγήσουν σε συγκρούσεις, η εμφάνιση των ΜΚΟ εξασφαλίζει τη δημιουργία νέων πρακτικών που επαναπροσδιορίζουν τις αρμοδιότητες που έχουν μεταβιβασθεί στο κράτος ενισχύοντας την ψευδαίσθηση για ανάληψη από τους ίδιους τους πολίτες της διαχείρισης του κοινωνικού τους βίου.  Κι έτσι ενώ  υποψιαζόμαστε συνήθως  τις κρατικές αρχές ως διαφθαρμένες και διαφθείρουσες, δεν  τίθεται όμως ζήτημα αμφισβήτησης της κυρίαρχης ιδεολογίας πολύ περισσότερο των θεμελίων της κοινωνικής τάξης. Γι’  αυτό  μια αναθεώρηση των υφιστάμενων μορφών πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης που δεν εκφράζουν ούτε απορρέουν από ταξικές αντιθέσεις  και δεν στοχεύουν στην αλλαγή οικονομικών και πολιτικών δομών υποστηρίζεται από την ίδια την κυρίαρχη εξουσία διοχετεύοντας έτσι συγκρούσεις σε πεδία πέραν της παραγωγής και του ταξικού κράτους. Κι επειδή τα γεγονότα αντιμετωπίζονται σαν αυτοτελή μη εντασσόμενα σ’ ένα συνολικό πλαίσιο, όπου θα τονιζόταν η αλληλεξάρτηση όλων των φαινομένων και όχι απλώς η διαδοχή τους, στα μεγάλα ζητήματα, όπως τώρα στο προσφυγικό, η ανεπάρκεια και πολλές φορές ο ύποπτος ρόλος τους γίνονται πασιφανείς.
               Οι ΜΚΟ δείχνουν να προσπαθούν  να συμφιλιώσουν κάθε είδους αντιφατικά δεδομένα. Τα μέσα ενημέρωσης διεκτραγωδούν το γεγονός, περιγράφουν όλη τη φρίκη του κακού και του πόνου και οι ΜΚΟ μοιάζει να θέλουν να είναι αποτελεσματικές και πρακτικές δεν φιλοδοξούν ούτε ελπίζουν να νικήσουν τη δυστυχία που είναι τόσο μεγάλη. Κι όλες αυτές δηλώνουν ότι υπηρετούν ανθρωπιστικούς σκοπούς και  υποστηρίζουν πως παραμένουν άκριτοι παρατηρητές όλων αυτών των δυστυχιών που θέλουν να περιθάλπουν, ενώ μπορεί να λειτουργούν και σαν μοχλός τους. Αρκεί να θυμηθούμε ότι στο Κόσσοβο αναπτύχθηκαν γερμανικές, ισπανικές, ελληνικές ΜΚΟ κάτω από την ομπρέλα των αντίστοιχων εθνικών τμημάτων του ΝΑΤΟ, γεγονός που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια  για να μη φανεί η σύμπλευση του ανθρωπισμού τους  με την στρατιωτική επέμβαση. Εξάλλου ο ανθρωπισμός έχει γίνει άλλοθι επεμβάσεων και βομβαρδισμών, επομένως το να προσφέρεις βοήθεια στο όνομα του ανθρωπισμού και με την αρωγή αυτών που προκαλούν τις δυστυχίες δεν τις κάνει τις ΜΚΟ παρά εξάρτημα αυτών των επεμβάσεων. Σαν να μπορεί να μείνει ο ανθρωπισμός έξω από την πολιτική των εξουσιών και τα ταξικά συμφέροντα, σαν να μη χειραγωγούνται οι ΜΚΟ από τις κυβερνήσεις και να μη δρουν πολλές απ’ αυτές σαν Δούρειος ίππος στην πολιτική ζωή διαφόρων χωρών. Αποδείχτηκε αυτό με τη συμπεριφορά ΜΚΟ στο πόλεμο της  Γιουγκοσλαβίας, όπου μέλη των  Γιατρών χωρίς Σύνορα (π.χ. Ρονί Μπρομάν, επίτιμος μέλος) όχι μόνο τάσσονταν υπέρ των βομβαρδισμών αλλά πρότειναν και χερσαίες επιχειρήσεις, ενώ και στη χώρα μας ο Αλεξ Ρόντος, άλλοτε στενός συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού Γ.Παπανδρέου, απολογούμενος πέρυσι στην ανακρίτρια που χειρίστηκε την υπόθεση της παράνομης, σύμφωνα με τη δικογραφία, χρηματοδότησης της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης ΙΜΙ, "Διεθνές Κέντρο Αποναρκοθέτησης", μεταξύ άλλων υποστήριξε ότι οι αποφάσεις για τη λειτουργία και το νομικό πλαίσιο των ΜΚΟ είχαν ληφθεί σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο, διότι συνδέονταν με την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
               Η αναγόρευση του ανθρωπισμού και των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε κεντρικό επιχείρημα και νομιμοποιητικό παράγοντα των κάθε λογής επεμβάσεων δείχνει την κατά το δοκούν αξιοποίηση της ανθρωπιστικής ευαισθησίας. Στην ίδια λογική κινούνται και όλες αυτές οι Μη Κυβερνητικές αλλά κυβερνητικά χρηματοδοτούμενες οργανώσεις, οι οποίες καταλήγουν να είναι η μόνη ελπίδα για χιλιάδες κατατρεγμένους, άλλοθι της ανάλγητης πολιτικής κυβερνήσεων. Γίνεται όλο και πιο χειροπιαστό ότι αυτό που μπορεί να ονομαστεί ανθρωπιστικό κίνημα αν μοιάζει παγιδευμένο είναι γιατί στο μόνο που αποβλέπει είναι η εκτόνωση  της αγανάκτησης με την υπόσχεση για βελτίωση της προσωπικής ζωής κάποιων «τυχερών», πάντα μέσα στα πλαίσια του υφιστάμενου κοινωνικού συστήματος, όταν ακριβώς από δω πηγάζουν οι δυστυχίες που περιθάλπονται.   Ο χρόνος αυτό που έχει δείξει είναι πως κινήματα ή οργανώσεις που στηρίζονται σε ένα νεφελώδη γενικό κι αόριστο ανθρωπισμό εκτός τόπου και χρόνου παραμένουν χειραγωγημένα και μεταφερόμενα στις αποσκευές του ΝΑΤΟ και των κυβερνήσεων.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ;

 Οι 28 αρχηγοί των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οι πρόεδροι των θεσμών της ΕΕ, σε κοινό τους ανακοινωθέν για τις φονικές  επιθέσεις που σημειώθηκαν στις Βρυξέλλες σημειώνουν ότι «Αυτή η τελευταία επίθεση ενισχύει μόνο την αποφασιστικότητά μας να υπερασπιστούμε τις ευρωπαϊκές αξίες και την ανεκτικότητα από τις επιθέσεις της μισαλλοδοξίας». Και σε μια πρώτη εφαρμογή της διαβεβαίωσης για την ενότητα και σταθερότητά τους   στον αγώνα κατά του «μίσους, του βίαιου εξτρεμισμού και της τρομοκρατίας», σύμφωνα με τις πληροφορίες ειδησεογραφικών πρακτορείων  Δανία, Σουηδία, Φινλανδία και Γερμανία αυξάνουν την ασφάλεια στα αεροδρόμιά τους, η Βρετανία αποφασίζει να προχωρήσει σε αυξημένους ελέγχους σε κόμβους μεταφορών, η Γερμανία αυξάνει τους ελέγχους στα σύνορα με Βέλγιο, Γαλλία, Ολλανδία και Λουξεμβούργο, ενώ ο γερμανός υπ. Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ υπογραμμίζει σε συνέντευξή του την ανάγκη καλύτερης συνεργασίας των ευρωπαϊκών μυστικών υπηρεσιών ως προς την ανταλλαγή πληροφοριών και  ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς δηλώνει πως "Βρισκόμαστε σε πόλεμο και απέναντι σε αυτόν τον πόλεμο, χρειάζεται μια κινητοποίηση όλων των αρχών".              
           Οι τρομοκρατικές επιθέσεις εμφανίζονται σαν αινίγματα που πρέπει να λυθούν. Πριν μερικά χρόνια ήταν  οι εγχώριες αριστερίστικες οργανώσεις ( π.χ. Ερυθρές Ταξιαρχίες σε Ιταλία, 17 Νοέμβρη σε Ελλάδα), στη νέα χιλιετία  έγινε εισαγόμενη από τον αραβικό κόσμο, η Αλ Κάιντα ανακηρύχθηκε το απόλυτο κακό για το δυτικό κόσμο μετά τις επιθέσεις στους δίδυμους πύργους, εσχάτως ανακαλύφθηκε η ISIS που αφού τρομοκράτησε με τα γκραν γκινιόλ δημοσιοποιημένα βίντεό της άρχισε να σκορπά τον τρόμο και τον θάνατο στην καρδιά της Ευρώπης.
          Και τι μπορούμε να πούμε εμείς οι αδαείς περί την τρομοκρατία, παρά μόνο να επιστρατεύσουμε ό,τι λογική μας έχει διασωθεί για να κατανοήσουμε αυτό το αίνιγμα και να μην αφεθούμε σε αναγνώσεις αστυνομικών ιστοριών. Εκ του αποτελέσματος, ξέρουμε πως κάθε φορά οι τρομοκρατικές επιθέσεις τηλεκατευθύνουν τη σκέψη μας με τη παιδαγωγική εκστρατεία κατήχησής μας για να σκεφτόμαστε ορισμένα πράγματα που συγκλίνουν στην παραδοχή της ενίσχυσης της κατασταλτικής δύναμης του αστικού κράτους με τη συναίνεσή μας.
             Η τρομοκρατία κρίνεται από τα ίδια τα αποτελέσματά της, να δούμε ποιον ευνοούν αυτά, και να κατανοήσουμε ποιος ασκεί την τρομοκρατία και πως τη χρησιμοποιεί.  Γιατί είναι αληθινή τρομοκρατία να υποχρεωνόμαστε να παίρνουμε θέση υπέρ ή κατά γεγονότων μυστήριων  και σκοτεινών που μοιάζουν προκατασκευασμένα γι’  αυτόν ακριβώς το σκοπό, να εξαναγκάζονται εργαζόμενοι που εξαθλιώνονται με την οικονομική κρίση να υποστηρίζουν κατασταλτικά μέτρα των κρατών μετά από τρομοκρατικά χτυπήματα και να  επιτρέπεται στην κυρίαρχη τάξη  να διατηρεί τη γενική παθητικότητα και την παθητική ενατένιση γεγονότων σε μορφή αστυνομικών ιστοριών.
               Η οικονομική κρίση που γονατίζει τις εργατικές τάξεις των ευρωπαϊκών χωρών πάντα είναι μια απειλή για ρήξη της ασταθούς ισορροπίας, που υφίσταται ανάμεσα σ’ όλα όσα πρέπει να  επιβληθούν στον καθένα, φτώχεια, ανέχεια κλπ. και σ’  αυτά που ο καθένας μπορεί  αντικειμενικά  να υπομείνει και είναι υποκειμενικά διατεθειμένος να ανεχτεί. Οι φιλάνθρωποι μεγαλοαστοί θρηνούν που είναι έτσι τα πράγματα, ακριβώς γιατί φοβούνται μήπως δε θα είναι έτσι. Γιατί η ποσότητα όλων αυτών που  επιβάλλονται τείνει να ξεπεράσει το κατώφλι πέρα από το οποίο  κάθε επίπονα κατασκευασμένη ισορροπία  μπορεί να σπάσει βίαια και τότε μόνο με τη βία μπορεί να εγκαθιδρυθεί και πάλι. Εκτός αν ο φόβος, έστω και προσωρινά, συσπειρώνει τους πληθυσμούς γύρω από το αστικό κράτος και τα όργανά του θεωρώντας πως έχουν κοινό εχθρό  μ’  αυτό, το οποίο όμως μόνο μπορεί να μας προστατεύσει. Ο πληθυσμός των εργαζομένων που είναι γενικά εχθρικός  προς μια τυφλή  τρομοκρατία και όχι αναίτια, αφού πρωτίστως αυτόν πλήττει, αναγκάζεται να συμφωνήσει πως τουλάχιστον σ’  αυτό έχει ανάγκη το κράτος, στο οποίο όμως πρέπει να εκχωρήσει τις πιο πλατιές  εξουσίες, ώστε να μπορέσει με σθένος  να αντιμετωπίσει  το επίπονο έργο της κοινής άμυνας μπροστά σ’ έναν εχθρό σκοτεινό, απολίτιστο κι άγριο, μυστήριο, ύπουλο κι  ανελέητο. Και αποδεικνύεται για άλλη μια φορά πως το αστικό κράτος δεν περιορίζεται όταν υπερασπίζεται συμφέροντα της άρχουσας τάξης,  απλά οι κοινωνικές παροχές του συρρικνώνονται. Κι έτσι  μπροστά σε μια τρομοκρατία που παρουσιάζεται πάντα σαν το απόλυτο κακό, σαν το κακό καθαυτό, όλα τα άλλα κακά περνάνε σε δεύτερη μοίρα ή καλύτερα  πρέπει να ξεχαστούν.
             Η Ευρωπαϊκή Ένωση αμφισβητούμενη στο έπακρο για την οικονομική της πολιτική και την αναξιότητα των διαχειριστών της έχει με την τρομοκρατία έναν τρόπο να τα παρακάμπτει αυτά, τώρα που αναλαμβάνει με επισημότητα να συντονίσει την άμυνα μπροστά στο τέρας της τρομοκρατίας. Και στο όνομα αυτής της αποστολής μπορεί να απαιτεί  απ’ όλους τους υποτελείς της  ένα κομμάτι από τη φτενή τους ελευθερία, που θα πηγαίνει και θα  δυναμώνει τον αστυνομικό έλεγχο πάνω σε όλους τους πληθυσμούς της.  Όταν υπάρχει  πόλεμος εναντίον ενός τόσο δυνατού εχθρού κάθε άλλη διαφωνία ή σύγκρουση θα έμοιαζε με σαμποτάζ. Η τρομοκρατία, η έκτακτη ανάγκη, η κατάσταση αδιάκοπης έκτακτης ανάγκης και επιφυλακής είναι πια  τα μόνα υπαρκτά προβλήματα ή τουλάχιστον τα μόνα που επιτρέπεται και πρέπει να μας απασχολούν. Ταξικά συμφέροντα, ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, πολεμικές συγκρούσεις με την ευγενική χορηγία του ΝΑΤΟ, χάνονται στο θολό τοπίο της ανεξέλεγκτης τρομοκρατίας που δεν έχει αιτίες πέρα από ένα μίσος που οφείλεται ή στο DNA ή στον πολιτισμό και τη θρησκεία των μουσουλμανικών πληθυσμών.
               Και  αρχίζουμε και χανόμαστε στις λογικές των  αστυνομικών μυθιστορημάτων.   Τα γεγονότα εξηγούνται με αστυνομικούς όρους, ψάχνοντας για το ποιος, που, πότε, πώς κλπ. Η διασάφηση του γεγονότος σαν να χάνει την πολιτική του εξήγηση, υπάγεται στη σφαίρα της μεταφυσικής και είναι απλώς αποτέλεσμα καλής ή κακής ατομικής δράσης. Κι όλοι γίνονται ύποπτοι, τα γεγονότα  καταλήγουν αστυνομικό ρεπορτάζ, η αστυνομική αντίληψη των γεγονότων κυριαρχεί. Κι έτσι γεγονότα καθαρά πολιτικά τείνουν να βιώνονται σαν μια αναπάντεχη καταστροφή, εξηγούνται με έμφαση σε συνωμοσίες, τα πολιτικά γεγονότα υποβαθμίζονται σε επεισόδια αστυνομικού δελτίου, μια ακραία μορφή πολιτικής αλλοτρίωσης.
                Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας αντίληψης πολιτικών γεγονότων προβάλλει την αναγκαιότητα της ενίσχυσης της κατασταλτικής δύναμης του αστικού κράτους. Μεγαλοποιείται ο κίνδυνος ώστε το ίδιο το αστικό κράτος να μεγεθύνει τη δικιά του δόξα σα σωτήρα της πατρίδας και μ’  αυτό  τον τρόπο να πολλαπλασιάσει τις δικές του ατασθαλίες. Κι έτσι το αστικό κράτος στερεώνει την εξουσία της άρχουσας τάξης περιορίζοντας τις αντιδράσεις των υποτελών τάξεων, κάνοντας πως δίνει μιαν άνιση μάχη εναντίον ενός βολικού αντιπάλου. Οι συνωμοσίες τρομοκρατίας ευνοούν την κυριαρχία του. Κι αρχίζουν μια σειρά από προβοκάτσιες, δολοφονίες και ψέματα που ζητούν να καμουφλάρουν μια πραγματικότητα –συγκρούσεις ιμπεριαλιστικών και ταξικών συμφερόντων.
                 Κι αυτό το αστικό κράτος θ’  αναγκαστεί από δω και μπρος να πετάξει τη δημοκρατική του μάσκα. Ένας επίφοβος, στην αρχή ίσως  συγκαλυμμένος  δεσποτισμός με στρατό, αστυνομία και μυστικές υπηρεσίες που όσο πιο δυνατός θα είναι τόσο περισσότερο θα χρησιμοποιεί τη δύναμή του για να δηλώνει σθεναρά πως δεν υπάρχει,  θα επιβληθεί σ’ όλη την  Ευρώπη. Οι εστίες όσο θα υπάρχουν, επεμβάσεις στον αραβόφωνο κόσμο, η τρομοκρατία δεν θα τελειώσει, παρά θα προκαλείται να  αυξάνεται ποσοτικά και ποιοτικά. Η απόλυτη καταστολή στην Ευρώπη θα αποτρέψει κάθε μορφή εκδήλωσης μιας ανατρεπτικής δραστηριότητας των εργαζομένων, κι έτσι ευκολότερα θα επιβληθούν οι πολιτικές, μ’ ένα σημαντικό τμήμα τους να κλίνει προς το φασισμό, στοχοποιώντας σαν πιο βολικό εχθρό τους χιλιάδες πρόσφυγες. Το  πρωτάκουστο δυνάμωμα όλων των κατασταλτικών δομών που επιτελείται  με την πρόφαση της τρομοκρατίας αυτό το δυνάμωμα εύκολα θα χρησιμοποιηθεί εναντίον του εργατικού κινήματος.

Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

ΠΕΡΙ ΕΥΡΩΠΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ



Και τι να περιμένουμε  τώρα; Πώς η Ευρώπη θα δείξει το ανθρωπιστικό της πρόσωπο και θα γίνει η Ευρώπη των λαών που δεν αφήνει τα παιδάκια να βουλιάζουν στις λάσπες της;
       Μα η Ευρώπη υπήρξε το λίκνο του καπιταλισμού. Κι αν οι ιδεολογικοί της εκπρόσωποι της αστικής τάξης διαμόρφωσαν μια ανθρωπιστική κοσμοαντίληψη που είχε κέντρο τον άνθρωπο, αυτή δεν είχε πολύ σχέση με την υλική πραγματικότητα, αφορούσε περισσότερο την εξιδανικευμένη μορφή του αστού, ενώ η αστική δημοκρατία με συνθήματα όπως «ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη» που σήμαιναν διαφορετικά πράγματα  για τους διάφορους ανθρώπους  αφορούσαν μόνο την τυπική της  μορφή. Αυτός ο ανθρωπισμός του αστού που ασχολείται με τον άνθρωπο σαν αφαίρεση και όχι στις πραγματικές κοινωνικές και ιστορικές του συνθήκες και με τις πραγματικές  ανάγκες και δυνατότητες  που γεννούν οι συνθήκες αυτές, αυτός ο ανθρωπισμός του αστού που ασχολείται με απόλυτες αξίες και όχι με συγκεκριμένες και σχετικούς  κανόνες συμπεριφοράς που απορρέουν από τη δυναμική των πραγματικών καταστάσεων της ζωής, διαψεύδεται από τη συγκεκριμένη πραγματικότητα. Δεν είναι μόνο η φτώχεια και η εξαθλίωση που εξαπλώνεται στην Ελλάδα που δείχνει το πραγματικό αντίκρισμα της φλυαρίας για τα ανθρωπιστικά ιδανικά, είναι και οι πρόσφυγες που αποκαλύπτουν αφτιασίδωτο το πραγματικό πρόσωπο της καπιταλιστικής Ευρώπης.
        Τα τελευταία χρόνια ζούμε με  την αύξηση της ανεργίας και κατάργηση κοινωνικών παροχών τη φτωχοποίηση των πληθυσμών,  τη συρρίκνωση ακόμα και της αστικής δημοκρατίας –αφού οι μεγάλες αποφάσεις λαμβάνονται από εξωκοινοβουλευτικά και ανεξέλεγκτα κέντρα, ενώ αποκτά πρόσωπο και φωνή ο φασισμός- την αύξηση της  χειραγώγησης με τη συνθήκη Σένγκεν  που μετατρέπει την Ευρώπη σε φρούριο, ενώ η ιδιωτική ζωή του καθένα γίνεται διάφανη για τα κέντρα ελέγχου. Και είναι η Ευρώπη με τις ΗΠΑ που την τελευταία εικοσιπενταετία ενέκριναν την καταπάτηση του διεθνούς δικαίου (όπως οι ίδιοι το διαμόρφωσαν) συμμετέχοντας σε πολεμικές επιχειρήσεις κι εντός της Ευρώπης (μπορεί να ξεχαστεί ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας;) και αποδεχόμενοι το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ που αναγορεύτηκε σε υπέρτατο κριτή και τιμωρό κάθε λαού· έτσι κι αλλιώς τα όπλα υπηρετούν τα προστάγματα της παγκόσμιας κυριαρχίας του κεφαλαίου. Το ΝΑΤΟ, με πρόσχημα το προσφυγικό,  αναλαμβάνει,  με της ελληνικής κυβέρνησης τη συγκατάθεση, δράση στο Αιγαίο, ένα τσιγάρο δρόμος από το μέτωπο της Μ. Ανατολής. Αλλάζοντας μάλιστα την καθιερωμένη σημασία των λέξεων για τις ανθρώπινες πράξεις και συγχέοντας αίτια και αποτελέσματα, μπορεί άνετα ο Γενικός Γραμματέας της Συμμαχίας να ισχυρίζεται πως «Σκοπός της αποστολής (…) είναι να βοηθήσει την Ελλάδα, την Τουρκία και την ΕΕ στο πλαίσιο των προσπαθειών τους για την αντιμετώπιση της παράνομης διακίνησης ανθρώπων που τροφοδοτεί αυτή την κρίση.
         Ο τρόπος αντιμετώπισης των προσφύγων δεν είναι κάτι το καινοφανές. Ξεχάσαμε πως η ιστορία της καπιταλιστικής Ευρώπης είναι μια ιστορία  βίαιου ξεριζωμού πληθυσμών, αποικιακής εκμετάλλευσης, αποικιακών πολέμων, γενοκτονιών. Κι αν αναπτύχτηκαν με τον καπιταλισμό οι παραγωγικές ικανότητες της κοινωνίας είναι αυτός που μετέτρεψε κάθε πρόοδο στην  επιστήμη και τεχνολογία σε θεομηνία για τις τάξεις των εκμεταλλευομένων και  καταπιεζομένων. Για ποια ανθρωπιστικά ιδανικά λοιπόν μπορούμε να μιλάμε; Τα ανθρωπιστικά ιδανικά που προάγουν τα συμφέροντα των εκμεταλλευομένων αντιβαίνουν στα συμφέροντα των εκμεταλλευτών και καταπιεστών. Στην πραγματική ζωή  οι δεύτεροι μάλιστα  αντιτάσσονται   με όλη τους τη δύναμη στην πραγματοποίηση ανθρωπιστικού ιδανικού υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες και σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Κι επειδή διαθέτουν όλα τα μέσα για τη χειραγώγησή μας δεν τους φοβίζει η ρητορική που υπερασπίζεται έναν ανθρωπισμό γενικό, αφηρημένο που στηρίζεται σε ηθικά συναισθήματα ή και σε θρησκευτικές εντολές και διακηρύττει την πίστη στην ικανότητα τελειοποίησης της ανθρώπινης φύσης εκτός τόπου και χρόνου. Και καταλήγουμε να προβάλλεται  σαν αλληλεγγύη και η φωτογράφιση κάποιων μασκαρεμένων σε πρόσφυγες και οι πραγματικές  πράξεις ανακούφισης και βελτίωσης της ζωής των προσφύγων από χιλιάδες συνανθρώπους μας.  
            Κι επειδή πολλά επιχειρήματα θα αναπτύσσονται  για να δικαιώσουν το συμπέρασμα πως οι πρόσφυγες θα πρέπει να μείνουν στην πατρίδα τους ( τη γραφικότητα του Ν. Σφακιανάκη θα υπερκεράσουν βαθυστόχαστες αναλύσεις περί αυτού ή άλλων συναφών χαρακτηρισμών) ας μη ξεχνάμε πως μαζί με τους πρόσφυγες πληθαίνουν οι άνθρωποι που γίνονται όλο και περισσότερο ανέστιοι. Κι αν πολλοί μικροαστοί καμαρώνουν  για τα τέκνα τους που μορφωμένα και ταλαντούχα ενσωματώνονται στο επιστημονικό δυναμικό της Εσπερίας είναι πολλοί περισσότεροι αυτοί που αγωνίζονται για  να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη  απλώς για να συντηρήσουν τη βιολογική τους ύπαρξη. Γιατί  αυτό που πρέπει να σωθεί και να συσσωρευτεί είναι το κεφάλαιο. Η Ευρώπη του κεφαλαίου ακολουθεί τη δυναμική του κεφαλαίου, αύξουσα συγκέντρωση, ανεργία, φτώχεια μέσα στον αυξανόμενο πλούτο. Το ιδεολόγημα των αυτοαποκαλούμενων αριστερών ή γενικώς προοδευτικών –όρα ΣΥΡΙΖΑ- περί μετασχηματισμού της Ευρώπης του κεφαλαίου σε Ευρώπη των λαών υφίσταται μόνο για να παραπλανά αποκοιμίζοντας τους εργαζόμενους. Γι'  αυτό ακόμα  και καθεστώτα και ιδεολογίες μίσους  και γενοκτονίας επικαλούνται τα ανθρωπιστικά ιδανικά, ισχυριζόμενα πως  αγωνίζονται για την ευτυχία των ανθρώπων, ακόμα κι αν η πλειοψηφία των  ανθρώπων ζουν στην πείνα και στη στέρηση και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις βασικές τους στοιχειώδεις ανάγκες, όπως τις έχει διαμορφώσει το ιστορικό στάδιο ανάπτυξης της κοινωνίας.
            Και μένει  ο κομμουνιστικός λόγος που δεν λέει απλώς ότι η ζωή θα μπορούσε να είναι καλύτερη,  αλλά μας δείχνει πώς να την κάνουμε καλύτερη, τους κοινωνικούς όρους που είναι απαραίτητοι γι’ αυτό –η αλληλεγγύη ξεκινά από ένα πιάτο φαί  στον πεινασμένο  αλλά δεν σταματά εκεί. Μας  δείχνει το δρόμο για να λείψει η πείνα από τον κόσμο της δυναμικής αφθονίας –την κατάργηση του συστήματος εκμετάλλευσης. Καιρός να τελειώνουμε με την ελπίδα που εναποτίθεται στην τύχη ή την καλή προαίρεση, με την παρηγοριά για εφαρμογή μιας αόριστης ηθικότητας. Το θέμα είναι απλό: είναι δυνατό να τακτοποιηθεί η κοινωνική ζωή έτσι, ώστε οι άνθρωποι να μην είναι υποχρεωμένοι  να δουλεύουν για τους άλλους και να πεινούν οι ίδιοι αν ανατραπεί ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής.

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ



Εικόνες με πρόσφυγες που προσπαθούν να ρίξουν φράχτες, εικόνες με πρόσφυγες μέσα  σε καπνούς δακρυγόνων,  εικόνες με πρόσφυγες που περπατάν σ’ ατέλειωτα καραβάνια στους εθνικούς μας δρόμους, εικόνες με πρόσφυγες μαζί με τα βασανισμένα παιδάκια τους, εικόνες με πρόσφυγες σε αναπηρικά καροτσάκια και με  πατερίτσες, εικόνες με πρόσφυγες μ’ αδιάβροχα κάτω από βροχή, εικόνες με πρόσφυγες σε ουρές για ένα κομμάτι ψωμί, εικόνες… εικόνες … με την κυρίαρχη ματιά να έχει οικειοποιηθεί τα πάντα, ακόμη και το νόημα πίσω από αυτές. Με τον κυρίαρχο λόγο να αφομοιώνει οτιδήποτε αντιθετικό με σκοπό την εξουδετέρωσή του, εντάσσοντάς το στη δημοκρατική πολυμορφία των καπιταλιστικών κοινωνιών, με τις ιδεολογίες, κρυφές και φανερές, να εντάσσονται κι αυτές στον κυρίαρχο λόγο δίνοντάς του ένα δημοκρατικό και ανθρωπιστικό προσωπείο. Όλες  αυτές οι εικόνες που ούτε στιγμή δεν παύει η εμπορευματική –πολιτική χρήση τους. Όλες αυτές οι εικόνες που φυλακίζουν σε κάποια στιγμιότυπα τον τρόπο που κοιτάμε τον κόσμο, που δεν είναι αδιαχώριστος από την ταξική μας  θέση μας σ’ αυτόν και την πνευματική μας σκευή.
 Ο τρόπος που βλέπουμε τον κόσμο υποκύπτει σε συγκεκριμένες ανάγκες των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δομών που χρειάζονται οι κυρίαρχες τάξεις. Γι’  αυτό και οι  εικόνες δεν μεταφέρουν απλώς μηνύματα, αλλά έναν τρόπο θέασης του κόσμου με βάση τον οποίο γίνεται η  αναπαράσταση της πραγματικότητας ακόμα και μέσα από φωτογραφίες που οικειοποιούνται και οργανώνουν τα πραγματικά γεγονότα. Γι’  αυτό, ακόμα, περισσεύουν οι φωτογραφίες με τα ταλαιπωρημένα μικρά προσφυγόπουλα, γι’  αυτό και η εστίαση περισσότερο σε γονείς που φροντίζουν τα παιδιά τους ή σε ανήμπορους γέροντες. Επιζητείται, προς το παρόν,  η συμπόνια και η εστίαση γίνεται στην αδυναμία αυτών των ανθρώπων. Μόνο που  η εικόνα κατακερματίζει τον κόσμο και θα πρέπει κι εμείς να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε πίσω από τα κομμάτιά της να δούμε και να αντιληφθούμε την κρυφή υπονοούμενη γλώσσα της. Γιατί η κατασκευή της πραγματικότητας διαμέσου των εικόνων περιλαμβάνει αξιολογήσεις  και  επιλογές. Η εικονική αναπαράσταση της πραγματικότητας μπορεί να είναι η χειραγώγηση προς μια κατεύθυνση σύμφωνη με απόψεις και συμφέροντα προς διαμόρφωση μιας κοινωνίας της δικής τους προτίμησης, αυτών που δημιουργούν, διανέμουν και ελέγχουν τις εικόνες.
Η φωτογραφία  δίνει την αίσθηση της αμεσότητας και του ρεαλισμού, διεγείρει συναισθήματα, μοιάζει αυτόνομη, με δικά της χαρακτηριστικά και τρόπους αντίληψης  και καταγραφής της πραγματικότητας. Κι όμως ενώ εμφανίζεται ρεαλιστική και αληθοφανής στην πραγματικότητα εμφανίζει μερικές μόνο όψεις της πραγματικότητας την οποία μπορεί να μεταμορφώσει δημιουργώντας ακόμα και μια παράλληλη πραγματικότητα  που ωστόσο μπορεί να είναι εντυπωσιακή αλλά ελλιπής. Ο πολλαπλασιασμός και η μαζική διάδοση συγκεκριμένων φωτογραφιών μπορεί ακόμα και να εξαλείψει  το δρών υποκείμενο και να το υποκαταστήσει με την κατασκευασμένη πραγματικότητα στην οποία να εμφανίζεται με εντυπωσιακό τρόπο το σημαίνον αλλά να εξασθενεί το σημαινόμενο, να χάνεται το νόημα. Η απώλεια νοήματος, αποτέλεσμα της υπερβολικής και της κατασκευασμένης πληροφόρησης οδηγεί τελικά στην έννοια της αυτοαναφορικής εικόνας, η οποία καταλήγει να μην μεταφέρει πληροφορίες αλλά να παραπέμπει στον ίδιο της τον εαυτό. Ο πόνος της προσφυγιάς μέσα από τις εικόνες που θυμίζουν το δικό μας παρελθόν και  όλη αυτή η δυστυχία μοιάζει χωρίς αιτία, χωρίς γιατρειά…  Τα εικονοποιημένα γεγονότα εύκολα απομονώνονται   από τα οικονομικοπολιτικά  χαρακτηριστικά τους για να είναι, μεταξύ των άλλων, εύπεπτα αλλά και διόλου επικίνδυνα. Η φωτογραφία εγείρει συναισθήματα, φαντασία, συγκίνηση και έτσι αναπτύσσεται ανάμεσα σε μας και την εικόνα ένας διάλογος και μια επικοινωνία που εδράζεται κυρίως στην πραγματικότητα των σχέσεών μας μ’  αυτήν και όχι στην πραγματικότητα της σχέσης της εικόνας μ’ αυτό που αναπαριστά. Κι έτσι αισθανόμαστε στο έλεος των γεγονότων, όπως θρασύτατα αποφάνθηκε ο Λοβέρδος σε μια από τις πολλές πολιτικές τηλεαναλύσεις του, με μόνη θεραπεία γι’  αυτό τα καλά μας αισθήματα, την ευαισθησία μας.
Κι όμως τα καραβάνια προσφύγων δεν είναι τυχαίο φαινόμενο παρά συνέπεια ιμπεριαλιστικών επιλογών που δεν εκπορεύονται μόνο από τις ΗΠΑ αλλά και από όλη την ΕΕ. Γι’ αυτό και η αλληλεγγύη δεν θα πρέπει να είναι μόνο συναισθηματική, αλλά να απορρέει από την κατανόηση της πραγματικότητας, την εξέταση των συνθηκών και των αιτιών  που δημιούργησε αυτό τον πόνο.  Κι ο δικός μας απεγκλωβισμός απ’ αυτήν τη δυστυχία που θα ζυμωθεί, και για να μη συγκρουστεί, με τη δικιά μας δεν θα γίνει αν δεν συνειδητοποιήσουμε την πηγή και την ουσία της που είναι ίδιες: σε μας, προς το παρόν,  προκαλεί οικονομική εξαθλίωση σ’  αυτούς προσφυγιά και θάνατο. 
Οι κάτοικοι περιοχών όπου οι πρόσφυγες εγκλωβίζονται ζουν τη δυστυχία τους και οι περισσότεροι τους συνδράμουν, κι άλλοι τους βλέπουν σαν πηγή κέρδους. Οι υπόλοιποι βλέπουν τη δυστυχία τους στις εικόνες των ΜΜΕ και πολλοί  συνδράμουν. Και όλοι τους θέλουμε ανήμπορους, τρισάθλιους, να ζητιανεύουν τη βοήθειά μας. Μόνο που ο οίκτος είναι κάτι ποσοτικό και όταν  η κατάσταση που τον προκαλεί γίνεται μόνιμη και ο χρόνος ατέλειωτος μπορεί και να εξαντληθεί, ακριβώς τότε που θα  είναι και πιο αναγκαίος. Και τι θα γίνει όταν ο σωρός μνησικακίας και μίσους πήξουν μέσα στην καρδιά των προσφύγων που τους θέλουμε και ευγνώμονες για την ελεημοσύνη μας την τόσο τσιγγούνικη στην τελική; Και τι θα γίνει όταν η  δική μας κούραση και ανημποριά μας κάνει ευάλωτους και ενδώσουμε σε φόβους που σπέρνονται σχετικά με τους πρόσφυγες, που θα χρησιμοποιούνται για πολυποίκιλα συμφέροντα, όπως από  τον  ανώτατο στρατιωτικό διοικητή του ΝΑΤΟ στρατηγό Φίλιπ Μπρίντλαβ, που ισχυρίζεται ότι  Μόσχα και Δαμασκός χρησιμοποιούν εσκεμμένα τις ροές των Σύρων προσφύγων ως όπλο με στόχο την αποσταθεροποίηση της Ευρώπης; Και πάντα υπάρχει ο κίνδυνος αλλάζοντας το βλέμμα, για καλύτερη εξυπηρέτηση συμφερόντων,  ν’ αλλάξουν και οι εικόνες που διοχετεύονται στα ΜΜΕ. Μήπως  η απαγόρευση εισόδου σε δημοσιογράφους  στα κέντρα κράτησης προσφύγων δεν είναι ένας πολύ άγαρμπος τρόπος για να επιβληθεί μια ορισμένη εικόνα για την κατάσταση;
Ο καπιταλισμός επιζεί αναγκάζοντας την πλειονότητα την οποία εκμεταλλεύεται να καθορίσει τη ζωή της με τα κριτήρια της άρχουσας τάξης. Κι αν παλιότερα αυτό επιτεύχθηκε με την εκτεταμένη στέρηση αργότερα με  την υπόσχεση ελπίδων σήμερα στις ανεπτυγμένες χώρες επιτυγχάνεται με την επιβολή ψεύτικων κριτηρίων για το τι είναι και δεν είναι εφικτό και κυρίως επιθυμητό από μας. Γι’  αυτό και παρασυρόμαστε και βλέπουμε στις φωτογραφίες μόνο εκείνο που μας  μάθανε να κοιτάζουμε και δεν βλέπουμε σε πολλές  φωτογραφίες με τις λεζάντες τους να  φωλιάζουν ιδεολογίες, ιεραρχίες θεσμών, παγιωμένα συμφέροντα. Καιρός να βγούμε απ’  αυτό  που θεωρούμε φυσικό και μελετώντας την εικόνα να κατανοήσουμε το πώς το βλέμμα, τόσο το δικό μας όσο και των άλλων, φιλτράρει την εικόνα μέσα από παραδοχές και αντιλήψεις που δικαιώνουν τις περισσότερες φορές κυρίαρχα συμφέροντα.