Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

ΕΚΛΟΓΙΚΕΥΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ



Και μετά τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την καθήλωση του ΚΚΕ στα ίδια ποσοστά σ’  αυτές τις εκλογές, εύκολη έγινε η κριτική για την ανεπάρκεια του κομμουνιστικού λόγου και την ανυπαρξία κάποιας ιστορικής προοπτικής του κομμουνισμού στον τόπο μας –και όχι μόνο. Δεν πείθει το ΚΚΕ γιατί μόνο να αντιπολιτεύεται ξέρει, να αρνείται και να κρίνει είναι η βασική επιχειρηματολογία που ερμηνεύει την καθήλωσή του στο 5,5 % του εκλογικού σώματος. Μόνο που ακόμα και  η άρνηση μπορεί να μην είναι στείρα, γιατί εξαρτάται από τι αρνείται κανείς. Γιατί όταν ένα κόμμα βασίζει την ύπαρξή του σε μια κατ’  αρχήν άρνηση και αλλαγή  της πραγματικότητας, στην προκειμένη περίπτωση του καπιταλισμού, που άλλοι ορίζουν, η άρνηση αυτή μπορεί και είναι πράξη δημιουργική. Τώρα μάλιστα περισσότερο από ποτέ.
               Στις τελευταίες εκλογές έγινε φανερό πια  πως σ’  αυτήν την πενταετία εξαθλίωσης κανείς άλλος δεν έθετε θέμα σύγκρουσης με την υπάρχουσα πραγματικότητα του καπιταλισμού. Σ’ όλη αυτή την πενταετία επιλέγονταν κόμματα που υπόσχονταν έξοδο από τα μνημόνια και δεν αμφισβητούσαν την αιτία που τα προκαλούσε –τον καπιταλισμό. Όταν αυτά εξαντλήθηκαν, με τη διαδοχική προσχώρησή τους στη μνημονιακή πολιτική,   αρκεστήκαμε στην υπόσχεση για αναζήτηση ισοδυνάμων και ψηφίσαμε κατά 95% για μια μνημονιακή βουλή. Το εκλογικό σώμα σ’ αυτές τις εκλογές βολεύτηκε μ’ ένα κόμμα που θα εφαρμόσει τρίτο μνημόνιο ελπίζοντας πως θα βρει ισοδύναμα που θα απαλύνουν για πολύ κόσμο την σκληρότητά του. Το μνημόνιο με τη δική μας αποδοχή αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής εναντίον του οποίου πέντε χρόνια τώρα κόσμος αγωνίζεται, διαδηλώνει, απεργεί, γράφει, βρίζει κλπ
               Και από ό,τι φαίνεται η κατάσταση έφτασε πια σήμερα στην κατακλείδα της, για να μονιμοποιηθεί.  Η κύρια κατεύθυνση των νικητών των εκλογών επιδίωξε, και δίνει την εντύπωση ότι πέτυχε, την κατάργηση κάθε προοπτικής  που επέτρεπε  την διεκδίκηση μιας  κοινωνίας που η ίδια η ονομαζόμενη αριστερά καταδείκνυε και μας γυρίζει πίσω,  στην εποχή όπου η μετασχηματισμένη κοινωνία που υποσχόταν  δεν ήταν επιστημονικά ερευνήσιμη ούτε  και πολιτικά κατορθωτός στόχος αλλά μόνο ουτοπικό και ασαφές όραμα, συλλογική επιθυμία σχεδόν ασυνείδητη που δρα τυφλά και κατά τούτο ατελέσφορα. Η δικαιολογία για όλη τούτη την κατάληξη είναι ότι η για πρώτη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς αγωνίστηκε, διαπραγματεύτηκε, -17 συνεχόμενες ώρες- αλλά δεν μπόρεσε να νικήσει υπέρτερες απ’ αυτήν δυνάμεις.  Το μόνο που μπορούμε πια να κάνουμε είναι στα ασφυκτικά πλαίσια που μας επιβλήθηκαν να επιβιώσουμε στα όρια της εξαθλίωσης κι αυτή την επιβίωση την εγγυάται η για δεύτερη φορά κυβέρνηση της αριστεράς (από την ομιλία του Τσίπρα τη βραδυά των εκλογών «Η ανάκαμψη από την κρίση δεν μπορεί να έρθει με τρόπο μαγικό, αλλά μπορεί να έρθει. Πρέπει να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη, αλλά αυτή να έχει κοινωνικό πρόσημο. Να ξεμπερδέψουμε με τη φαυλότητα και το καθεστώς της διαφθοράς που τόσα χρόνια κυβερνούσε τον τόπο. Ξεμπερδεύουμε με το παλιό… Από αύριο σηκώνουμε τα μανίκια και δουλεύουμε σκληρά για να σηκώσουμε ψηλά τον ήλιο πάνω από τη χώρα). Το εκλογικό σώμα φάνηκε πως  ήθελε πρόγραμμα και πρόταση άμεσα εφαρμοζόμενα, εξωραϊσμένα για να μη διαλυθούν όλες οι ψευδαισθήσεις του, και  δεν το ενδιέφερε μια προοπτική που περιλαμβάνει αγώνες χωρίς εγγύηση νίκης.  
               Τις τελευταίες δεκαετίες καλλιεργήθηκε τόσο επιμελώς η φιλοτέχνηση του ΚΚΕ σαν ένα κόμμα που επιβιώνει μέσα σε ένα ιδιότυπο περιθώριο και που στηρίζεται σ’ ένα σύνολο από παραδοχές που ο κυρίαρχος λόγος ή έχει διαστρεβλώσει ή εξουδετερώσει την εμβέλειά τους. Φάνηκε ότι το μεγαλύτερο τμήμα  του εκλογικού σώματος δεν λαμβάνει ως αυτονόητο δεδομένο ότι η κομμουνιστική προοπτική αποτελεί τον ασυμφιλίωτο αντίπαλο του καπιταλισμού, την οποία το ΚΚΕ δεν έπαψε ποτέ με όλους τους τρόπους να διεκδικεί ρητά, γιατί δεν επιδιώκει την ανατροπή του καπιταλισμού. Είναι που δεκαετίες τώρα βομβαρδιζόμαστε για απαράδεκτα που συνέβαιναν στις σοσιαλιστικές κοινωνίες και γίνονται το επίκεντρο για το οποίο το ΚΚΕ καλείται να απολογηθεί, ενώ χρησιμοποιήθηκαν  πάντα σαν πρόσχημα  για την καταγγελία αυτής της κομμουνιστικής προοπτικής  και χρυσή ευκαιρία για στέρηση από κάθε κομμουνιστή του δικαιώματος  να ασκεί κριτική στον καπιταλισμό. Και  αυτοί που είναι, ή μάλλον ήταν μέχρι πρότινος, διαπρύσιοι κήρυκες της κάθετης ρήξης με την υπάρχουσα πολιτική κατάσταση και οι κάθε λογής  ρεαλιστές σύμμαχοι των λαϊκών τάξεων, ακόμα και οι αντίπαλοι που όμως πάσχουν για το καλό μας  και οι ανιδιοτελείς και μετριοπαθείς υπερασπιστές του καλού  του τόπου εν γένει, αλλά και οι εξ επαγγέλματος εκφραστές των μέσων όρων, που αποδεικνύουν έτσι την ελευθερία στην αστική δημοκρατία, (όρα Ν. Χατζηνικολάου) δηλ. εκείνοι που φτιάχνουν  οπαδούς για όλους τους άλλους κόβοντας όπου μπορούν τις αιχμές, αναφέρονται σε κομμουνιστικό φρόνημα φτάνει να αφορά το παρελθόν και να τονίζεται η ηθική διάστασή του που διαχωρίζεται από την πολιτική εφαρμογή του με τα αλλεπάλληλα λάθη του κόμματος.  
Κι έτσι έφτασε το ΚΚΕ να γίνει το επίκεντρο για συνεργασία με πατρικές μάλιστα παραινέσεις που συναγωνίζονται όμως σε πειστικότητα τις κακοήθειες μιας κριτικής επί προσωπικού (το περίφημο ρόλεξ του Δ. Κουτσούμπα) ή επί λανθασμένων χειρισμών για να εξωθηθεί να  κατανοήσει  την ιδιαιτέρως κολακευτική θέση  στην οποία είχε περιέλθει, χωρίς μάλιστα το ίδιο να το έχει  καταλάβει με την οπτική που η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ την τοποθετεί.  Το μέλλον του προοδευτικού κινήματος τοπικά και διεθνώς, οι εξελίξεις στην ΕΕ των εργαζομένων, η τιμή της πατρίδος, η δόξα του παρελθόντος και άλλα τινά, μέχρι και οι τύχες όλου του κόσμου κρέμονταν από την κλωστή της δικής του υπεύθυνης επιτέλους κίνησης. Να δηλώσει δημόσια ότι απαρνείται αυτό  που όλοι έσχιζαν τα ιμάτιά τους ότι είναι  αξιοσέβαστο αλλά  ξεπερασμένο ή ανέφικτο, ενώ η βαθιά πίστη και η αμείωτη αφοσίωση παλιών και νέων αγωνιστών ήταν για άλλες εποχές. Και για να αποδειχτεί εν προκειμένω  η καλοπιστία τους παραχώρησαν  εις εαυτούς και αλλήλους γενναιόδωρα το δικαίωμα όχι μόνο  να μην αποκηρύξει  με βδελυγμίας το ευκλεές παρελθόν του το Κόμμα, αλλά να συνεχίσει εφόσον το επιθυμεί να δηλώνει μπροστά στον καθρέφτη ότι παραμένει  ασυμβίβαστα κομμουνιστικό, αρκεί να μη το βλέπει κανείς άλλος. Κι έτσι να καταλήξει χωρίς στρατηγική και με μοναδικά όπλα τους θεσμούς της αστικής δημοκρατίας να μαζεύει αξιοπρεπή ποσοστά στις εκλογές, αλλά συγχρόνως και να χαθεί ως αυτό που είναι –κόμμα κομμουνιστικό.
Κι όταν οι ενδιαφερόμενοι, ΣΥΡΙΖΑ και λοιποί, κατάφεραν να σταθούν μόνοι τους στην κυρίαρχη πολιτική σκηνή, έπαψαν να κηρύττουν ότι  ενδιαφέρονται για την αλλαγή του κόσμου και την προσέγγιση του ΚΚΕ σίγουροι  για την παλιννόστηση του  ΚΚΕ στην πεζή πραγματικότητα του πολιτικού περιθωρίου.
Σε τι αποβλέπει η πληθώρα και η ποικιλία  των μέσων που επιστρατεύονται για την κατεδάφιση του κομμουνιστικού λόγου; Είναι που παρόλα τα περισπούδαστα και πολυμήχανα τεχνάσματα που τις τελευταίες δεκαετίες παρήγαγε ακατάπαυστα η κυρίαρχη ιδεολογία για να το απαξιώσει η κομμουνιστική ιδεολογία εξακολουθεί παρά ταύτα να σημαίνει κίνδυνο για τον καπιταλισμό.  Για να ησυχάσει πρέπει να εξαφανιστεί ολοκληρωτικά από την πολιτική πιάτσα. Πρέπει να περιέλθει στο περιθώριο, να ασχολείται με υποθέσεις καθαρά ιδιωτικές, το κόμμα να περισταλεί πραγματικά στην αξιοπρέπεια της προσωπικής στάσης του καθενός που το υποστηρίζει και κάθε πολιτική του πρόταση να αναγνωρίζει αυτήν την πραγματικότητα
Όμως αυτό που είναι «πολύ σκληρό για να πεθάνει» είναι το ΚΚΕ. Γι’  αυτό και συνεχίζει:  «Το ΚΚΕ θα συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις ώστε να οργανωθεί η λαϊκή αντεπίθεση, να εδραιωθεί ο προσανατολισμός του κινήματος σε αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, να μαζικοποιηθούν οι διαδικασίες του κινήματος και οι αγώνες(…) Θα αξιοποιήσει τη συσπείρωση δυνάμεων, που σε αυτήν τη φάση υπήρξε, για να κάνει αυτό που υποσχέθηκε στο λαό, να υπάρξει δυνατή εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση και στη Βουλή, αλλά πάνω απ’ όλα στο κίνημα, για να δυναμώσει η Λαϊκή Συμμαχία για το σήμερα και για την προοπτική» (από την Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών της 20ής Σεπτέμβρη 2015)

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

ΠΡΙΝ ΑΝΟΙΞΟΥΝ ΟΙ ΚΑΛΠΕΣ



Προβληματισμοί, συζητήσεις, υποσχέσεις που αναπτύχτηκαν την τελευταία πενταετία γύρω από  το πρόβλημα του χρέους και της ευθύνης που μας επιρρίφτηκε γι’  αυτό μεταλλάσσονται. Η διαδικασία που ξεκίνησε, σύμφωνα με τον κυρίαρχο λόγο,  σαν μια προσπάθεια, από το κόμμα που ήταν τότε στην εξουσία, το ΠΑΣΟΚ,  διάσωσης της χώρας μορφοποιήθηκε στα πέντε χρόνια σε μια από κοινού, από όλα τα κόμματα εξουσίας και τις παραφυάδες τους,  ανάληψη προσπάθειας εφαρμογής της επιβαλλομένης πολιτικής, που τώρα αποκαλύπτεται ότι εξελίσσεται σε μια αναμέτρηση δυναμικής ανάμεσα στα δυο μπλοκ –όλα τα κόμματα του αστισμού από τη μια, που όταν ήρθε η ώρα των αποφάσεων προσχώρησαν στην εφαρμοζόμενη ευρωπαϊκή πολιτική, και το ΚΚΕ από την άλλη.
 Οι φασίστες αν και παραμένουν ακόμα στην ουρά των αστικών κομμάτων είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι σ’ αυτές τις εκλογές με το χαμηλό προφίλ και τη  σκόπιμη υιοθέτηση σχεδόν αστικής συμπεριφοράς.  Αφού προβλήθηκε η χρήση της ωμής βίας από μέρους τους σαν αρωγός στην απελπισμένη παθητικότητα του μικροαστού, η δολοφονία του Π. Φύσσα και η επακόλουθη φυλάκιση μελών της Χ.Α φάνηκε να ψαλίδισε την αλαζονεία τους. Κι ήρθε δια στόματος Ν. Μιχαλολιάκου η θρασύτατη ανάληψη από τη Χ.Α της  «πολιτικής ευθύνης» για τη δολοφονία του παλληκαριού για να μας βγάλει από την πλάνη μας. Αφού έγινε η εξοικείωση με την περιφρόνηση του "ορθού"  πολιτικού λόγου και την προβολή της σωματικής βίας μπορούν τώρα, ακολουθώντας μάλιστα του κανόνες της αστικής συμπεριφοράς, να χρησιμοποιήσουν και τα δυο χωρίς να προκληθεί αξιόλογη αντίδραση. Σιγά σιγά ο φασισμός ριζώνει χωρίς ψευδαισθήσεις για την ταυτότητά του στο εκλογικό σώμα και  στο πολιτικό σύστημα, για να επιβληθεί την κρίσιμη στιγμή σαν εταίρος του, αρωγός στην καπιταλιστική κρίση. 
Προς το παρόν, στις σημερινές συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών, επιδιώκεται να εκφραστεί μια ευνουχισμένη πολιτικοποίηση μιας μεγάλης πλειοψηφίας  με τη συναίνεση ή την ανοχή για την πολιτική της υποταγή στις εκάστοτε επιλογές, αποπνικτικές μεθοδεύσεις, συμβιβασμούς και εξισορροπήσεις των κομματικών μηχανισμών της κυρίαρχης εξουσίας. Γι’  αυτό σ’ αυτές τις εκλογές εξαιτίας της  αδυναμίας να εκφραστεί ή και να υποταχτεί η κυρίαρχη στρατηγική σ’ ένα παιχνίδι διπολισμού, όπως μέχρι την εποχή των μνημονίων, ανακαλύφτηκε ξανά η εθνική ενότητα. Έτσι τα εκβιαστικά διλήμματα των προηγούμενων εκλογικών αναμετρήσεων μοιάζει να έχουν αντικατασταθεί από εκκλήσεις για ενότητα με στόχο να ενισχύσουν  στο εκλογικό σώμα την πεποίθηση για την αναγκαιότητα της ασκούμενης πολιτικής.
Με  τις τεχνητές πολώσεις –αποτυχημένη τέτοια προσπάθεια η σύγκρουση παλιού και νέου του ΣΥΡΙΖΑ-, τα υποτιθέμενα κομματικά τείχη –αναζητούνται διαφορές μεταξύ αστικών κομμάτων-, τις κραυγές της πλειοψηφίας των ΜΜΕ –π.χ ποιο κόμμα προηγείται-, επιδιώκεται η διαμόρφωση του πολιτικού χάρτη που θα πείθει ότι αντιπροσωπεύει μια κοινωνική πραγματικότητα η οποία δικαιώνει την κυρίαρχη πολιτική. Κι όλα τα αστικά κόμματα συμβάλλουν σ’  αυτό.
Στο επτάμηνο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ  αποδείχτηκε ότι ο δήθεν προοδευτικός λόγος του αναφέρεται σε διαδικασίες ισορροπίας που δεν είναι καν διαδικασίες ισορροπίας συμφερόντων, αλλά της  κυριαρχίας της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, όπως έχει επιβληθεί από σχηματισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, και της αποδοχής της.  Στις προηγούμενες εκλογές ο  ΣΥΡΙΖΑ υιοθετούσε θέσεις που χαρακτήριζαν έντονα ο εκλεκτικισμός, βολανταρισμός, …ρομαντισμός, τις οποίες παρέλαβε αυτούσιες η Λαϊκή Ενότητα σε μια κακόγουστη επανάληψη. Σ’  αυτές τις εκλογές όμως η  αναφορά  από το ΣΥΡΙΖΑ στο άμεσο επίπεδο των προβλημάτων, των κοινωνικών εντάσεων και  αναγκών γίνεται απροκάλυπτα από τη σκοπιά  των προβλημάτων που  αυτά τα ζητήματα  θέτουν στην κυρίαρχη τάξη, συναντώντας έτσι τη Ν. Δημοκρατία, παρόλο που προσπαθούν και οι δυο να βρουν τις διαφορές τους. Επομένως τα λάθη, η άγνοια ή οι καλές προθέσεις  που επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ για δικαιολόγηση της τελικής επιλογής του, υιοθέτηση του τρίτου μνημονίου,  δεν είναι παρά συνέπεια μιας τέτοιας πολιτικής αντίληψης, που εκ του αποτελέσματος δεν διαφοροποιείται από αυτή της Ν.Δ και  προκύπτει  από στάθμιση των ταξικών και κοινωνικών συντεταγμένων στον καθορισμό της πολιτικής.
Επιδίωξη και όλων των κομμάτων εξουσίας –ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. ΣΥΡΙΖΑ και των συνεργατών τους- ήταν  να επιτευχθεί μια τέτοια κοινωνική ισορροπία που θα επιτρέψει τον καπιταλισμό απρόσκοπτα να επιβάλλει τα συμφέροντά του.  Και προϋπόθεση γι’  αυτό είναι να  συνεχίζεται η διάζευξη της ταξικής  θέσης  και της ταξικής συνείδησης,  που για να διαμορφωθεί είναι απαραίτητη η συμβολή των οργανώσεων της εργατικής τάξης  και κύρια του κόμματός της, του κομμουνιστικού. Στο δρόμο λοιπόν του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάκτηση των μαζών και την εξυπηρέτηση της πολιτικής των κέντρων εξουσίας ακυρώθηκε κάθε δράση κι ενέργεια που υπαγόρευε μια ταξική αντίληψη για την καπιταλιστική κρίση, γιατί η προοπτική αυτή απαιτούσε σύγκρουση, κάτι που έπρεπε να αποφευχθεί. Για να μην τρομάξουν τα καπιταλιστικά κέντρα που ασκούν εξουσία, για να αποθαρρυνθούν οι μάζες διαπιστώνοντας την αδυναμία αλλαγής πολιτικής μέσω των θεσμών.
Και όμως  και   οι εκλογές μπορούν να συμβάλλουν στην αλλαγή του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος αν υπάρχει ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα που ορθώνει ένα ταξικό λόγο, που έχει διάθεση και δυνατότητα να συγκρουστεί και να δώσει τις δικές του λύσεις στο οικονομικό, το κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.  Γι’ αυτό και σ’ αυτές τις εκλογές είναι απαραίτητη η ενίσχυση του Κομμουνιστικού Κόμματος, αφού αυτό είναι που μπορεί να οργανώσει τις λαϊκές τάξεις και να προσδώσει στη δράση τους και στις ενέργειές τους ταξικό χαρακτήρα και προσανατολισμό.

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΨΗΦΟ ΣΤΟ ΚΚΕ



Οι εκλογές είναι η στιγμή που το εκλογικό σώμα καλείται να εκφέρει γνώμη για την εξουσία, δηλ. για τη διαχείρισή της στο δοσμένο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό ακόμα  κι αν σημαίνει πως  με τις εκλογές δεν είναι δυνατό να  διαφοροποιηθούν οι στρατηγικές θέσεις των ανταγωνιζόμενων δυνάμεων κεφαλαίου και εργασίας,  δεν μηδενίζει όμως  τη σημασία τους. Γιατί η βασική αντίθεση  κεφαλαίου –εργασίας πραγματώνεται και λειτουργεί μέσω όλων των κοινωνικών, πολιτικών εκδηλώσεων  επομένως και  μέσω των εκλογών, -οι οποίες εξάλλου αναδιατάσσουν τους πολιτικούς συσχετισμούς  και μέσω των οποίων εκδηλώνεται αυτή η πάλη. Κι επειδή στην κοινωνία βιώνουμε συγκρούσεις κι αντιπαλότητες που πρέπει να αντικατοπτρίζονται στην πολιτική σκηνή εξουσίας, για να πιστεύουμε πως αυτή μας αφορά, η άμβλυνση των πολιτικών διαχωρισμών σ’ αυτήν υπάρχει κίνδυνος να εξουδετερώσουν το κύριο ιδεολογικό όπλο του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, τις εκλογές,  μέσω του οποίου χειραγωγεί την αποδοχή για το  καπιταλιστικό σύστημα και καλλιεργεί τις αυταπάτες για παρέμβασή μας σ’  αυτό μόνο μέσα από τους θεσμούς.
               Γι’  αυτό και οι δεύτερες εκλογές που γίνονται  μέσα σ’ ένα χρόνο προκαλούν ένα νέο κύκλο εγχειρημάτων αναζήτησης νέων διαχωριστικών γραμμών μεταξύ κομμάτων και νέων πολιτικών σχηματισμών που αποδέχονται την παρούσα πολιτική,  για να παίξουν τους αντιπάλους,  ώστε  να μην αποδυναμωθεί το πολιτικό σύστημα –μέχρι και η Ενωση Κεντρώων του Λεβέντη άρχισε να εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις με προοπτικές εισόδου στη Βουλή. Τα διλήμματα  για επιλογή ανάμεσα σ’ αυτά τα κόμματα δεν είναι μόνο πλαστά αλλά και παραπλανητικά, γιατί στην πραγματικότητα δεν εκφράζουν καν διαφορετικά ρεύματα. Αν παρουσιάζεται ένα δίλημμα είναι ανάμεσα σε όλα τα κόμματα και το ΚΚΕ, γιατί στηρίζεται  σε πραγματικά δεδομένα –σύγκρουση εργασίας με κεφάλαιο.   
Η αστική δημοκρατία, όσο κι αν το παλεύει,  μοιάζει να έχει μετατραπεί σε θέατρο σκιών, που η καπιταλιστική κρίση αποκάλυψε, πίσω από το οποίο οι πραγματικές αποφάσεις είναι ειλημμένες ερήμην μας, εξυπηρετούν τα καπιταλιστικά συμφέροντα τα οποία καλύπτονται υποτυπωδώς πίσω από τον ιδεολογικό μανδύα της ένωσης της Ευρώπης. Οι κρίσιμες αποφάσεις εξοβελίζονται από την εγχώρια πολιτική σκηνή και φυσικά και η αναφορά σ’  αυτές κι έτσι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα κόμματα εξουσίας και τις παραφυάδες τους γίνεται περί όνου σκιάς.  
Μετά από τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις στο καιρό των μνημονίων, κι αφού έχουν πουληθεί τα πάντα σε εκπληκτικές ποσότητες, -πρόσωπα, προγράμματα, υποσχέσεις- σε μια προσπάθεια  μετασχηματισμού τους  σε κεφάλαιο ψήφων, κι αφού ιστορία, αγώνες, ονόματα, οράματα, ινδάλματα, αξίες, απαξίες ανταλλάχτηκαν με ψήφους που θα εξυπηρετούν τα καπιταλιστικά συμφέροντα και μόνο αυτά, ο νέος πολιτικός θηριοδαμαστής, ο θαυματοποιός που θα μας οδηγούσε τον Ιανουάριο στη γη Χαναάν, που επένδυσε ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος πάνω σ’  αυτόν, μοιάζει να χάνει τη δυναμική του και μαζί μ’  αυτόν και η ρεφορμιστική αριστερά. Είναι που στον καιρό των μνημονίων της καπιταλιστικής κρίσης ο καπιταλισμός  εκτιμά  ότι οι προτάσεις της για κράτος πρόνοια, κρατικό παρεμβατισμό, συμμετοχή της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας στη δομή της εξουσίας δεν του παρέχουν πια δυνατότητες συσσώρευσης όπως στο παρελθόν. Κι έτσι στο όνομα του ρεαλισμού πρέπει να υποστέλλονται όλες οι φωνές που δεν ενισχύουν την ασκούμενη πολιτική, ώστε να υπάρχει η  δυνατότητα να περάσουν με σχετική άνεση τα ανεξάντλητα  μέτρα λιτότητας και να συνεχιστεί  απρόσκοπτα η κρατική αυταρχοποίηση στην κατεύθυνση κατάπνιξης των κοινωνικών αντιστάσεων.
Κι αν γίνεται λόγος τόσο για κυβερνήσεις συνεργασίας, για μεγάλους ή μικρότερους συνασπισμούς είναι γιατί πίσω από τη  στήριξη σε κυβερνήσεις συνεργασίας βρίσκεται το γεγονός πως εγκαταλείπεται κάθε ιδέα αντιπαλότητας προς  αυτό το σύστημα. Είναι σίγουρο πως έρχεται, αν δεν έχει έρθει,  και η σειρά των διαφόρων κοινωνικών συγκρούσεων να  μπουν στη λογική αυτής της επιλογής. Κάθε αντίθεση που δεν είναι πια  μέσα στη λογική της διαδικαστικής δημοκρατικότητας, κάθε ταξικός  ανταγωνισμός θεωρείται εξτρεμιστικός, ύποπτος, καθυστερημένος, οπισθοδρομικός, λαϊκιστικός. Εναλλακτική να μην  υπάρχει.
 Γιατί και  το κόμμα του Π. Λαφαζάνη, πέρα από το ρόλο του σαν ανάχωμα στο ΚΚΕ,  με τις νεφελώδεις εξαγγελίες περί δραχμής, που μοιάζει για αντιμνημονιακό και  ισχυρίζεται πως συγκρούεται με το κατεστημένο και  ακολουθεί απαρέγκλιτα αριστερές ιδέες που δεν συγκρούονται όμως με τον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, περισσότερο λειτουργεί  σαν προάγγελος για να συνηθίσουμε και να έρθει στο προσκήνιο σαν πράξη αντίστασης μάλιστα, αυτό που μεθοδεύεται από κάποια κυρίαρχα κέντρα –έξοδος από ευρωζώνη. Εξάλλου  και οι φασίστες της Χ.Α που προβλήθηκαν σαν αντισυστημικό κόμμα παραδέχονται ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι εναντίον της Ευρωπαϊκής Ενωσης «γιατί την έχουμε πληρώσει» κατά Ν. Μιχαλολιάκο και ανάγουν την διαφορετική πολιτική που μπορεί να ασκήσουν στην ένταση των διαπραγματεύσεων –σκληρές διαπραγματεύσεις.
Πέντε χρόνια λοιπόν μετά την προσφυγή της χώρας, δια του Γ.Α.Παπανδρέου, στον Ευρωπαϊκό  Μηχανισμό Στήριξης όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί, νεώτεροι και παλιότεροι καταφάσκουν στην αιτία που το προκάλεσε δηλ. στην Ευρωπαϊκή Ενωση καπιταλιστικών συμφερόντων. Πέντε χρόνια όμως μετά οι ταξικές διαιρέσεις μορφοποιούνται ξεκάθαρα και αποκαλύπτεται ολοένα και πιο ξεκάθαρα ο στόχος της πολιτικής που ασκείται όλα αυτά τα χρόνια. Είναι η σύνθλιψη των εργαζομένων προς όφελος της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Όλη η προσπάθεια τις τελευταίες δεκαετίες ήταν η εξουδετέρωση του κομμουνιστικού λόγου που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην εκ των έσω υπονόμευση του από το ρεφορμισμό, που βοηθούντος του ίδιου του καπιταλισμού προπαγάνδιζε την πειστικότητα που διέθετε το μοντέλο διαχείρισης του καπιταλισμού που πρότεινε. Και τώρα που οι μάσκες πέφτουν απομένει μόνη δύναμη για να παλέψει για τα εργατικά συμφέροντα μαζί με τους εργαζόμενους το ΚΚΕ. Όλη η κυρίαρχη ρητορική ή το  …αφήγημα επικεντρώνεται στην απουσία εναλλακτικής πρότασης, όταν υπάρχει εναλλακτική αντικαπιταλιστική πρόταση για την οποία αγωνίζεται το ΚΚΕ.
Οι εκλογές αυτές αν είναι κρίσιμες δεν είναι για το ποιο κόμμα θα βγει πρώτο, αλλά για τις ψήφους που θα συγκεντρώσει το ΚΚΕ, όχι βέβαια για να κυβερνήσει με τους όρους του καπιταλισμού, αλλά γιατί κύριος ανταγωνιστής  του καπιταλιστικού συστήματος είναι εκείνο το κοινωνικό  υποκείμενο που δημιουργείται από τον ίδιο τον καπιταλισμό, δηλ. η  εργατική τάξη. Γιατί είναι το κομμουνιστικό κόμμα που έχει επίγνωση του πραγματικού χαρακτήρα του καπιταλισμού  και είναι σε θέση μαζί με τις κυριαρχούμενες τάξεις να επιδιώκει την ανατροπή του.  
¨Ολες αυτές οι επιθέσεις, ακόμα και μέσω επιδοκιμασιών για να υπονομευτεί η  φερεγγυότητα του ΚΚΕ,  είναι για να εγκαταλειφθεί κάθε ιδέα  αντιπαλότητας σ’  αυτό το σύστημα. Όλα πρέπει να είναι  μέσα στη λογική της διαδικαστικής  δημοκρατικότητας για να θεωρηθούν παρωχημένες έως και ανύπαρκτες οι αντιθέσεις ανάμεσα σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευομένους, που είναι η βασική αντίθεση. Γι’  αυτό ψήφο στο ΚΚΕ.

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟΥ



Τις τελευταίες μέρες ντιμπέιτ και εκλογικές συγκεντρώσεις, ατέλειωτες ουρές προσφύγων και νεκρά παιδικά κορμάκια σε απευθείας μεταδόσεις από την τηλεόραση στοχεύουν στον εσωτερικό κόσμο του θεατή, στις σκέψεις του και στα αισθήματά του. Εναλλάσσονται στους τηλεοπτικούς δέκτες οι εικόνες των ταλαίπωρων προσφύγων, περιορισμένα πια αναφέρονται σαν μετανάστες,  μ’ εκείνες των πολιτικών συγκεντρώσεων ή συζητήσεων (δυο όψεις του ίδιου ...καπιταλιστικού νομίσματος)  κι ενισχύονται προκαταλήψεις, αυξάνονται φόβοι, στεριώνονται στερεότυπα. Όλοι να βλέπουμε τα ίδια και να αντιδρούμε όμοια με μια χειραγωγημένη  συλλογική συνείδηση. Πρωτοσέλιδα εφημερίδων και πρώτα θέματα στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων γίνονται ο καθρέφτης, τις περισσότερες φορές παραμορφωμένος,  της κοινωνικής πραγματικότητας. Τα ψέματα τους γίνονται η αυταπάτη η δική μας..
Η ιδιοποίηση της πληροφόρησης από τα ΜΜΕ υποκρύπτει μια πλήρη ιδιοποίηση της κοινωνίας καθιστώντας τα προνομιακό μέσον διάχυσης της πολιτικής στην κοινωνία και  συντηρώντας την υποτελειακή σχέση που μας έχει επιβληθεί με την κυρίαρχη εξουσία. Όλα διασύρονται με σκοπό να ξυπνήσουν μέσα μας τα πιο επιφανειακά συναισθήματα συγκίνησης ή αποτροπιασμού, ανάλογα,  για να γίνουμε πιο εύκολα διαχειρίσιμοι. Η σύγχυση που  επιχειρείται σχετικά με τα γεγονότα που γίνονται ειδήσεις και το χρόνο που επιλέγονται για να γίνουν είναι σκόπιμη και καθοριστική για το πεδίο πολιτικής που συνθέτεται.
                Κι αν η είδηση παραπέμπει σε ένα γεγονός  σε κάτι δηλ. που συμβαίνει στον κόσμο και είναι ανεξάρτητο από το έντυπο ή το τηλεοπτικό  κανάλι που θα το καταγράψει, αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε γεγονός είναι είδηση ή ότι συχνά οι ειδήσεις δεν αναφέρονται σε γεγονότα πλαστά. Κι  επειδή  στο σκληρό πυρήνα της κυρίαρχης ιδεολογίας για την είδηση, βρίσκεται πάντα μια συγκεκριμένη αντίληψη για το γεγονός, γι’ αυτό  παράγονται και ειδήσεις που μοιάζουν αδιάφορες για συμβάντα που εξαντλούνται την ίδια στιγμή που παράγονται, αποκτώντας νόημα μέσω  της αναμετάδοσης από τα ΜΜΕ, με την προοπτική να μετατραπούν σε σημαντικά μηνύματα που θα επηρεάσουν το συλλογικό ασυνείδητο ή συνειδητό. 
               Οι εικόνες των προσφύγων, των χιλιάδων προσφύγων που πλημμύρισαν τα νησιά μας τους τελευταίους τρεις μήνες, που κατέκλυσαν την τηλεόραση, αποβλέπουν στον εκφοβισμό μας από τη μια και στην επιβεβαίωση μιας υπεροψίας από την άλλη. Αυτές οι εικόνες μπορεί να λειτουργούν σαν μια προειδοποίηση στην κοινωνία μας για το ζοφερό μέλλον μας εκτός της ασφάλειας της ΕΕ ή ακόμα και σαν ερέθισμα για σύγκριση αυτού που εμείς νομίζουμε για το χειρότερο,  οικονομική εξαθλίωση, με το χείριστο, προσφυγιά και θάνατο. Από την άλλη αναζωογονείται κάτι από την ιδεαλιστική, απροβλημάτιστη και απολίτικη εθελοντική δράση των τελευταίων δεκαετιών που ενώνει, εν κενώ, τον κόσμο σε μια κοινή στάση. Οι κατατρεγμένοι πρόσφυγες παρέχουν τη μορφή χωρίς την ουσία, το κενό κέλυφος,  για την επιβεβαίωση μιας κοινωνικής συμπεριφοράς όπου αρκούν τα καλά αισθήματα και οι προθέσεις, σ’ ένα σύστημα απόλυτης εκμετάλλευσης ανθρώπων. Το εφήμερο και παροδικό τέτοιων συμπεριφορών που δεν έχουν βασιστεί στην κοινωνική τάξη και δεν εμπνέουν μορφές αλληλεγγύης, συσπείρωσης και στράτευσης που να εδράζονται σ’  ένα σύνολο αξιών και πεποιθήσεων, πρακτικών και παραδόσεων αρθρωμένων πάνω στην αντίληψη για κοινά συμφέροντα και μοίρα με τους κατατρεγμένους, προσφέρεται για επίδειξη φιλανθρωπίας σαπουνόπερας. Η έλλειψη ταξικών συλλογικοτήτων και δεσμών μέσω των οποίων να εκφράζεται και να  αναπτύσσεται μια πολιτική για το μεταναστευτικό το απομονώνει στη σφαίρα της φιλανθρωπίας. Γι’  αυτό και όταν το πρόβλημα γίνεται χρόνιο και διογκώνεται συνεχώς τότε καμιά φιλάνθρωπη διάθεση δεν μπορεί να αποτρέψει τη μετατροπή των προσφύγων σε αποδιοπομπαίους τράγους, εκτονώνοντας σ’ αυτούς μια οργή που στην πραγματικότητα το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα προκαλεί  και ευνοώντας φασιστικές συμπεριφορές.
               Κι έτσι η υπνωτισμένη ευπιστία μας των τελευταίων χρόνων μαγνητίζεται από  τον τρόπο  που τα καπιταλιστικά  συμφέροντα και τα μέσα ενημέρωσης δεν δυσκολεύτηκαν να επιδείξουν τα φιλάνθρωπα αισθήματά τους μετά τις εικόνες μεταναστών από λιμάνια και σιδηροδρομικούς σταθμούς της Ευρώπης που σαν κοπάδια τρέχουν να περάσουν σύνορα, ν’  ανέβουν σε τρένα ή πλοία. Και η Ευρώπη θυμήθηκε να διαφημιστεί σαν «η πιο ανοικτή και ανεκτική κοινωνία στον κόσμο» σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκαπό αφού το επιβεβαίωσαν στην πράξη τόσο η πρόταση του Γιούνγκερ για τη συγκρότηση μηχανισμού ανακατανομής προσφύγων όσο και οι  φωτογραφίες  με πρόσφυγες της καγκελαρίου Α. Μέρκελ.
Κι έτσι  εμφανίζεται το μεταναστευτικό σαν ζήτημα ηθικό που η Ευρώπη με βάση τις αρχές της αλληλεγγύης και του ουμανιστικού ιδεώδους θα πρέπει να αντιμετωπίσει. Σαν να είναι η Ευρώπη άμοιρη ευθυνών για τον πόλεμο που δημιούργησε τους πρόσφυγες, σαν να είναι αρκετή τόσο καιρό απλώς η εκδήλωση φρίκης για τα ναυάγια στη Λαμπεντούζα, τους νεκρούς στο Αιγαίο κλπ.
               Ισως γι’ αυτό  η όψιμη ευαισθησία των Ευρωπαίων στα αιφνιδίως μάλιστα τους τελευταίους μήνες  διογκούμενα κύματα προσφύγων εγείρει υποψίες  για την ανιδιοτέλειά της. Όλα τούτα μήπως δεν είναι παρά μια προσπάθεια να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις  για δικαιολόγηση ανοιχτών στρατιωτικών επεμβάσεων στη Μ. Ανατολή  και αλλαχού;